Τι είναι ο εκτινασσόμενος δάκτυλος;
Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος ή αλλιώς Trigger Finger, αποτελεί μια αρκετά συχνή πάθηση της άκρας χείρας. Η επιστημονική ονομασία της πάθησης είναι Τενοντοελυτρίτιδα των δακτύλων.
Για να κατανοήσουμε την φύση της πάθησης, πρέπει να αναφερθούμε ελάχιστα στην ανατομία της περιοχής.
Οι τένοντες είναι ινώδεις χορδές που συνδέουν τους μύες στο οστό. Κάθε τένοντας περιβάλλεται από ένα προστατευτικό περίβλημα. Το Trigger Finger, εμφανίζεται όταν το έλυτρο του τένοντα του προσβεβλημένου δακτύλου ερεθίζεται και εμφανίζει φλεγμονή. Αυτό παρεμβαίνει στην κανονική κίνηση ολίσθησης του τένοντα μέσα από το έλυτρο. Ο παρατεταμένος ερεθισμός του ελύτρου του τένοντα μπορεί να προκαλέσει ουλές, πάχυνση και σχηματισμό εξογκωμάτων στον τένοντα που εμποδίζουν ακόμη περισσότερο την κίνηση του τένοντα.
Συνήθως την συγκεκριμένη πάθηση την εμφανίζουν τα άτομα που εξαιτίας της εργασίας τους ή των δραστηριοτήτων τους, χρειάζεται να κάνουν επαναλαμβανόμενες κινήσεις λαβής. Παράλληλα, έχει αποδειχθεί ότι παρουσιάζεται συνηθέστερα σε γυναίκες αλλά και σε άτομα με διαβήτη. Άλλες καταστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε εκδήλωση εκτινασσόμενου δακτύλου, είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα καθώς και οι συχνοί τραυματισμοί στην περιοχή. Μάλιστα, έχει παρατηρηθεί ότι τα άτομα που έχουν προβεί σε χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα, έχουν αρκετές πιθανότητες να αναπτύξουν Trigger Finger, ειδικά κατά τους πρώτους έξι μήνες μετά την επέμβαση.
Ποια είναι τα συμπτώματα του εκτινασσόμενου δακτύλου;
Τα συμπτώματα, ανάλογα με την σοβαρότητα της κατάστασης, ποικίλλουν.
Το κλασικό σύμπτωμα είναι πόνος κατά τη σύγκλειση του δακτύλου, ενώ σε προχωρημένες περιπτώσεις μπορεί το δάκτυλο να «κολλάει» σε θέση κάμψης.
Συνοπτικά, ο ασθενής με εκτινασσόμενο δάκτυλο, μπορεί να εμφανίσει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα:
- Δυσκαμψία των δακτύλων – ιδιαίτερα το πρωί.
- Αίσθηση “κλικ” κατά την διάρκεια της κίνησης του δακτύλου.
- Ευαισθησία στην παλάμη, στη βάση του προσβεβλημένου δακτύλου.
- Δυσκαμψία του δακτύλου.
- “Κλείδωμα” του δακτύλου σε λυγισμένη θέση.
Πως γίνεται η διάγνωση του εκτινασσόμενου δακτύλου;
Συνήθως, η λήψη σωστού ιστορικού καθώς και η κλινική εξέταση αρκούν για να γίνει η διάγνωση της πάθησης. Η κλινική εξέταση, περιλαμβάνει απλές ασκήσεις, όπως άνοιγμα και κλείσιμο του χεριού καθώς και έλεγχο της περιοχής για πόνο και δυσκαμψία. Τέλος, είναι πιθανό να χρειαστεί να γίνει και υπέρηχος στην περιοχή, για περαιτέρω έλεγχο.
Πως μπορεί να αντιμετωπιστεί ο εκτινασσόμενος δάκτυλος;
Η θεραπεία της πάθησης ποικίλλει ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη διάρκειά της. Έτσι έχουμε την συντηρητική θεραπεία αλλά και την χειρουργική αντιμετώπιση, αν δεν λειτουργήσει η συντηρητική θεραπεία.
Συντηρητική θεραπεία:
Αρχικά, ενδείκνυται η χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, που μπορούν να ανακουφίσουν τον ασθενή από τον πόνο. Ωστόσο, τα φάρμακα αυτά, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να αντιμετωπίσουν ολοκληρωτικά την κατάσταση.
Επιπλέον, είναι σημαντικό να αποφεύγει ο ασθενής όλες τις δραστηριότητες που μπορεί να εντείνουν την κατάσταση, όπως επαναλαμβανόμενο κράτημα ή χρήση δονούμενων μηχανημάτων. Για ακόμα μεγαλύτερη ξεκούραση, μπορεί να χρειαστεί να φορέσει ο ασθενής νάρθηκα ακινητοποίησης, ο οποίος σίγουρα θα προσφέρει ανακούφιση στον τένοντα. Παράλληλα, είναι πιθανό να ζητηθεί από τον ασθενή να προχωρήσει σε απλές ασκήσεις, προκειμένου να εξασφαλιστεί την διατήρηση της κινητικότητας του δακτύλου.
Αν ο ασθενής δεν βρίσκει ανακούφιση με τις παραπάνω πρακτικές, ενδεχομένως χρειαστεί να προχωρήσει σε ενέσιμη ή χειρουργική θεραπεία.
Μια ένεση ενός στεροειδούς φαρμάκου κοντά ή μέσα στο έλυτρο του τένοντα μπορεί να μειώσει τη φλεγμονή και να επιτρέψει στον τένοντα να γλιστρήσει ξανά ελεύθερα. Το αποτέλεσμά της ποικίλλει από ένα έτος ή και περισσότερο.
Μπορεί η ενέσιμη θεραπεία συχνά ανακουφίζει, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις το σύμπτωμα επανεμφανίζεται με την καταπόνηση του χεριού. Για τον λόγο αυτό, ενδεχομένως χρειαστούν περισσότερες από μία ενέσεις.
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι τα άτομα που πάσχουν από διαβήτη, συνήθως, δεν ανταποκρίνονται επιτυχώς στην ενέσιμη θεραπεία.
Αν ο ασθενής δεν καταφέρει να βρει ανακούφιση ούτε και με την ενέσιμη θεραπεία, η λύση πλέον είναι μόνο χειρουργική. Η χειρουργική αντιμετώπιση αποσκοπεί στην ελεύθερη κίνηση του δακτύλου και στην άρση του πόνου. Η επέμβαση γίνεται με τοπική αναισθησία και διαρκεί περίπου 10-15 λεπτά. Τα αποτελέσματα είναι άμεσα αισθητά μετά την επέμβαση.